Δημοσιεύθηκε την : Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2018
Αναρτήθηκε από ditikievritania
Στα Πινιανα η Επινιανα...κατηφορίζοντας για το χωριο..
Στα Πινιανά ή Πιγγανιά ή Επινιανά ή Επαινιανά. Ουφ επιτέλους κατηφορίζοντας για το χωριό.. Παινιανά!
Για ώρες διασχίζαμε το μονοπάτι στο δάσος, έχοντας αφήσει πίσω μας τις κορφές της Φτέρης Αγράφων (1) με προορισμό το χωριό Πινιανά. (2)
Το μονοπάτι ήταν καλογραμμένο και πατημένο αφού στην περιοχή δεν είχαν φτάσει ακόμη δρόμοι. Έτσι η κίνηση των λιγοστών ανθρώπων της περιοχής γινόταν ακόμη μέσα από τα παμπάλαια αυτά μονοπάτια. Στην καρδιά των
Αγράφων, η κυριαρχία των βουνών κρατούσε γερά, ο τόπος αντιστεκόταν…oreinografies.gr
Είχαμε τελειώσει τη μακριά πορεία στη μεσοράχη, ανάμεσα στο ρέμα της Φτέρης και του Ασπρορέματος. Τα πρώτα σπίτια του χωριού Πινιανά φάνηκαν και πρώτη από όλα η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Οι ξυλοκόποι, που συναντήσαμε, μας επιβεβαίωσαν για τη σωστή πορεία μας και δεν αργήσαμε να βγούμε σε χωματόδρομο, λίγο έξω απ’ το χωριό. Πέσαμε πάνω σε κορμούς δένδρων, που για ώρες οι ξυλοκόποι πάλευαν να ρίξουν στην πλαγιά. Ένας από τους κορμούς, καθώς κύλησε, στάθηκε στραβά με αποτέλεσμα, καθώς σταμάτησε στη ‘δημοσιά’, να λυγίσει στη μέση. Έτσι οι δύο ξυλοκόποι ξεφυσούσαν και μουρμούριζαν για την ατυχία τους. Άχρηστος ο τεράστιος κορμός, ‘στράφι’ τόσοι κόποι. Ήταν ‘σκασμένοι’ οι άνθρωποι. Τον άφησαν εκεί χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα και βάδισαν μαζί μας προς το χωριό. Για κάμποση ώρα δεν είχαμε και δεν θέλαμε να πούμε τίποτα.
Η κουβέντα δεν άργησε νάρθει, το τραβούσε ο τόπος. Είπαμε για τη δουλειά τους, για το χωριό, για τον δρόμο και ό,τι μας ερχόταν στο κεφάλι τούτη την ώρα, μετά από ώρες περπάτημα. Ο καθένας με τα δικά του. Εμείς σκεφτόμασταν εάν μπορούσαμε να βρούμε κανένα μεταφορικό μέσο απ’ το χωριό μιας πού έφτανε εκεί ο δρόμος, για να μειώσουμε την απόσταση απ’ τον προορισμό μας και αυτοί για τη ζημιά που είχαν πάθει.
Μπήκαμε στο χωριό και πέσαμε στην πλατεία. Οργασμός εργασιών. Σαν να είχαν ξυπνήσει οι άνθρωποι από ένα βαθύ λήθαργο και είχαν ριχτεί στη δουλειά. Υπήρχε δικαιολογία, αφού με την πρόσφατη άφιξη του δρόμου στο χωριό, έφτασαν και τα μηχανήματα και έτσι ο καθένας προσπαθούσε να κάνει και κάτι.
Τούτη την ώρα χαρμανιέρα και μπετονιέρα δούλευαν, ρίχνοντας τσιμέντο στην πλατεία. Μεγάλοι και παιδιά έσπρωχναν το ρευστό υλικό προς κάθε κατεύθυνση με πάθος, καλύπτοντας το κάθε τι. Μετά από αιώνες τούτο το υλικό επιτέλους μπορούσε να εξωραΐσει τον τόπο. Όλο το χωριό μαζεμένο εκεί, γέροντες, άντρες, γυναίκες και παιδιά. Ιστορικές στιγμές!
Ανάμεσα στον θόρυβο της μηχανής που άδειαζε το υλικό, τα παιδιά του χωριού με τις σανίδες στο χέρι άπλωναν το μαγικό χαλί και οι δικές μας φωνές δεν πέρναγαν. Μείναμε για λίγο να κοιτάμε τις εργασίες έως που ο μαγαζάτορας μας φώναξε για ένα καφεδάκι. Μπήκαμε μέσα και ακολούθησαν όλοι όσοι δεν δούλευαν -ευκαιρία για διάλειμμα- γυναίκες και μικρά παιδιά.
Ξεφορτωθήκαμε από το βάρος των σακιδίων και πήραμε μια ανάσα. Στη μεγάλη αίθουσα ο μαγαζάτορας, νέο παλικάρι, είχε κιόλας φτιάξει τα καφεδάκια. Ήταν παραγγελιά των ξυλοκόπων που είχαμε συναντήσει, οι οποίοι αφού έδωσαν την παραγγελιά, είχαν κιόλας γίνει άφαντοι. «Νάναι καλά», ευχαριστούμε τους ανθρώπους έστω και απόντες, και συνεχίζουμε με «ευχές για υγεία» προς κάθε κατεύθυνση. Οι κουβέντες δίνουν και παίρνουν. «Από πού έρχεστε ρε καλόπαιδα»; «από την Φτέρη, τον οικισμό της Βλαχοπούλας, το Στουρναράκι, την Απιδιά και νάμαστε στο χωριό σας…», «Ορέ… πόσες ώρες κάνατε ρε παιδιά;», «Πολλές… περπατάμε κοντά πέντε ώρες…», «Ε… λίγες κάνατε… όχι πολλές ήταν»! «Ναι είναι πολλές», συμπλήρωσε μια γυναίκα. «Η απόσταση είναι τρεις ώρες δρόμος». Η γυναίκα ήταν τρίτης γενιάς στον τόπο, ζει στο Αγρίνιο τον χειμώνα, και ανεβαίνει το καλοκαίρι στο χωριό. Έχει κάνει τη διαδρομή αρκετές φορές μέχρι σήμερα…
«Πώς πάτε εδώ», ρώτησα αλλάζοντας θέμα. «Τώρα που έγινε ο δρόμος απ’ το ποτάμι είδαμε ανοικοδόμηση στο χωριό» πήρα απάντηση.
«Δεν βαριέσαι τώρα είναι αργά… Ο,τι έχει μείνει όρθιο και μπορούν να το συμμαζέψουν. Για δύο μήνες το καλοκαίρι είναι το χωριό»!
– Κάποτε το χωριό ήταν το πρώτο, ακούστηκε η φωνή του γραμματέα του χωριού, που ήταν το ίδιο παλικάρι, που διαχειριζόταν και το μαγαζί. Το μεγαλύτερο χωριό των Αγράφων ήταν τα Πινιανά. Έφτανε έως το χωριό Ραφτόπουλο, την πίσω μεριά της Φτέρης. Όλη αυτή η περιοχή ήταν κοινοτικά λιβάδια που τα νοίκιαζε το χωριό στους νομάδες κτηνοτρόφους που ανέβαιναν την άνοιξη στα βουνά. Κάποτε ένας πρόεδρος πούλησε ένα κομμάτι σε άλλους και η περιοχή μαζεύτηκε. Αυτά που σας λέω, τα βλέπω στα βιβλία της κοινότητας.
– Το χωριό πώς το λένε τελικά πρόεδρε, ρώτησα όλο περιέργεια.
Το χωριό το έλεγαν Επαινιανά απ’ την λέξη «έπαινος». Στα χαρτιά κάποιοι το έγραψαν «Επινιανά», λέξη, που δεν υπάρχει ούτε λέει τίποτα και τότε είχε παραιτηθεί όλο το κοινοτικό συμβούλιο. Τίποτα δεν έγινε όμως. Έμεινε Επινιανά, όπως θέλουν το γράφουν.
Η κουβέντα είχε πάρει μπροστά. Η ιστορία ενός τόπου είναι ατελείωτη.
-Τούτο το χωριό, η περιφέρειά του, είχε κάποτε 50.000 ζώα. Είναι μεγάλος αριθμός, αν σκεφθεί κανείς την κοινότητα αυτή μέσα στα βουνά των Αγράφων. Βρίσκεται στην καρδιά των βουνών και έχει σύνορα με 12 κοινότητες. Στην κοινότητα ανήκουν τα ρέματα της Φτέρης και του Ασπρορέματος και φτάνουν τα όρια της μέχρι τα δυτικά και βόρεια Αγραφα. Στα μεγάλα βοσκοτόπια της έβγαιναν πολλοί και γνωστοί μεγαλοτσελιγκάδες..
Στο Ασπρόρρεμα, τον μικροοικισμό που σχηματίζεται βαθιά στο ρέμα, μετά από επτά χρόνια ξαναγύρισαν ο τσέλιγκας Τασούλας, που χειμάδιαζε στον Αστακό, και οι Αποστολαίοι, είπε πάλι ο Κώστας, ο Γραμματέας.
– Το κονάκι του θα έχει γκρεμίσει, είπε μια απ’ τις γυναίκες…
– Θα φτιάξουν άλλο αυτοί… είναι για τέτοια αυτοί… Θα μείνουν σε τέντες μέχρι να φτιάξουν άλλο.
– Πώς και ξαναβγήκε στα ψηλά ο Τασούλας, αναρωτήθηκε ο γραμματέας που δεν έδειχνε να το πιστεύει και ο ίδιος.
Ήταν φρέσκα τα νέα, διότι ήταν λίγο μετά απ’ τη δημοπράτηση των λιβαδιών και καθώς αυτά γράφονται στα κοινοτικά βιβλία, είχαν γίνει γνωστά τα ονόματα των μετακινούμενων κτηνοτρόφων.
-Παλιά ο τόπος έσφυζε από τσοπαναραίους με τα ζωντανά τους. Μεγαλοτσελιγκάδες, όπως οι Γκάτσοι, οι Ζαρκαδαίοι, που είχαν τα χειμαδιά τους στο χωριό Κατούνα, οι Τασουλαίοι από τον Μώλο Φθιώτιδας ανέβαιναν το καλοκαίρι με χιλιάδες πρόβατα στα βοσκοτόπια της κοινότητας Επινιανά Αγράφων. Στις μέρες μας η κοινότητα κρατά 12.000 ζώα και εξακολουθεί να νοικιάζει τα βοσκοτόπια της.
Μέσα στην χαρά της βοής του καφενείου-μαγαζί, μούρθε στο νου το σχετικό κομμάτι περιγραφής πρωτοπόρων ορειβατών, που είχε δημοσιευθεί στο περιοδικό ΒΟΥΝΑ όταν στα 1940 είχαν περάσει απ’ εδώ: «Η ομάδα φθάνει στο χωριό Πιγγιανά, σε υψόμετρα 970 μέτρων. Η εγκυκλοπαίδεια εξαρχαϊζει εις Επινιανά όπως τα Βραγκιανά τα έκανε Βρανιανά. Το ύψος στο καφενείο του χωριού 1.050 μέτρα, τα σπίτια σκόρπια με ανθρώπους πολύ περιποιητικούς. Οι κάτοικοι τσοπαναραίοι. Έχει πολύ κτηνοτροφία το χωριό και η περιοχή. Οι βλάχοι ανεβαίνουν την άνοιξη στο χωριό μέσω του Αγραφιώτη ποταμού, απ’ το Αγρίνιο, το Μεσολόγγι, το Ξηρόμερο. Παλιά είχαν 15.000 πρόβατα και το χωριό ήταν κέντρο».
Το χωριό ανήκει στον τέως δήμο Αγράφων. Κατά την απογραφή του 1940 είχε 993 (συναγωνιζόταν σε πληθυσμό το χωριό Άγραφα) και στα 1961 είχε 520. Βλέπει κανείς μελετώντας του αριθμούς των κατοίκων του χωριού, που είναι ενδεικτικοί και για όλα τα ορεινά χωριά, ότι μέχρι το 1940 παρατηρείται μια αύξηση του πληθυσμού που αυτομάτως φθίνει λόγω του εμφυλίου πολέμου. Οι παλαιοί οικισμοί της Φτέρης και του Ασπρορρέματος ανήκουν στο χωριό. Είναι απ’ τις πιο απομονωμένες περιοχές και δεν φτάνουν δρόμοι. Παλιά υπήρχαν οικογένειες που ζούσαν σ’ αυτά τα μέρη χειμώνα-καλοκαίρι. Τον χειμώνα μένουν λίγα άτομα και τώρα με τον δρόμο κάτι γίνεται. Το σχολείο κρατά τέσσερα παιδάκια και αν και ο αριθμός είναι κάτω απ’ τα όρια, ο δάσκαλος είπε ότι θα έλθει και του χρόνου. Τελευταία έφτασε φως και δρόμος στο χωριό Επινιανά.
Οι δρόμοι σιγά-σιγά φθάνουν και στα πιο απομονωμένα σημεία των βουνών. Έστω και καθυστερημένα οι δρόμοι αυτοί θα βγάλουν απ’ την αφάνεια τον τόπο. Με τις νέες χαράξεις θα πάψουν να πατιούνται οι στράτες και τα μονοπάτια και ο τόπος θα χάσει κάτι απ την ατμόσφαιρά του αλλά θα γίνει πιο προσιτός.
Χρόνια μετά, μιλώντας με τον Δημήτρη Ζαρκαδούλα, το 2008, στα Πινιανά, μαθαίνω ότι:
«Μέχρι πρότινος τα κονδύλια έφταναν μέχρι το Καρπενήσι. Ήταν συμφέροντα στη μέση, που κάποιοι δεν ήθελαν την ανάπτυξη της περιοχής, κάποιοι προύχοντες, κάποιοι που ήταν στην εξουσία, κάποιοι που ήταν στα πράγματα. Πάντα λόγοι σκοπιμότητας, έτσι τόθελαν, να μην αναπτυχθεί ο τόπος τούτος εδώ, σκοπιμότητα στην μη ανάπτυξη των χωριών αυτών,. Αρκεί να σκεφθείτε ότι μέχρι πρόσφατα οι πρόεδροι των Αγράφων –του χωριού που ήταν το διοικητικό κέντρο του σημερινού Δήμου (Καποδίστριας Ι) – κάποιος που ήθελε να πάει στο χωριό του, να περνάει υποχρεωτικά απ το χωριό Άγραφα. Ακόμη και οι Βραγκανίτες να πρέπει να περάσουν από τα Άγραφα. Αυτό ήταν το σχέδιο, η νοοτροπία των Αγραφιωτών. Τα αγραφιώτικα χωριά να περνάμε μέσα από το χ. Άγραφα! Να πάει ο δρόμος στα Επινιανά, ναι αλλά να πάει μέσω Αγράφων, δηλαδή: Μάραθος-΄Αγραφα-Επινιανά και για να πάς στα Βραγκιανά: μέσω Μπλό-Επινιανά, ή το να θες να πας στα Καμάρια: Μάραθο-΄Αγραφα-Καμάρια ή Τροβάτο, δηλαδή να περνούν όλοι απ εκεί Αυτό για οικονομικούς λόγους, νάχουν την διακίνηση, να διαχειρίζονται αυτοί, είχαν το μονοπώλιο (αλάτι, πετρέλαιο) εκεί, είχαν τα μαγαζιά, έτσι το βλέπανε. Ότι μονοπωλιακό είδος υπήρχε, τόχε το χ. Άγραφα…
Γύρω στα 1983-4, φτάνει και ο δρόμος στο χωριό και μαζί του, το φως, το τηλέφωνα. Αυτοί που είχαν απομείνει στο χωριό δεν έφυγαν, βλέπανε τη μπουλντόζα και λέγανε «τι θηρίο είναι αυτό που μπαίνει στο χωριό», έτσι ναι, αυτό είναι ιστορίες αληθινές και μάλιστα κάποιοι που θεωρούσαν ότι θα τους αλλοτριώσει, θα τους κάνει ζημιά, θα βλάψει τα συμφέροντά τους. Τι κουβάλαγε ο καθένας.. Ότι θα τους κάνει ζημιά. Αντιδρούσε με τον τρόπο του, άλλος έμπαινε με την πίπιζα μπροστά στη μηχανή, άλλος ανέβαινε πάνω στη μπουλντόζα, είχαμε αντιδράσεις, όχι ακριβώς αντίσταση, μυστήριες καταστάσεις. Αυτά τα ζήσαμε, εγώ τα έζησα αυτά.. Να μπαίνει ο άλλος με τη γκλίτσα μπροστά «όχι δεν θα περάσει κανένας, να μου κόψετε την πεζούλα, να μου χαλάσετε τη μάντρα, θα κορνάρω αυτό δεν το θέλω» έτσι κι αλλιώς. Όμως, τελικά βρέθηκε μια χρυσή τομή και τα βρήκαν ο ένας με τον άλλον και έφτασε ο δρόμος στο χωριό. Απίστευτο πράγμα γι αυτούς που μένανε στο χωριό, γι αυτούς που είχαν παραμείνει στο χωριό, δεν το πίστευαν τα μάτια τους, γι αυτούς ήταν ένα θαύμα. Όντως για κείνη την εποχή ήταν θαύμα το να έρθει δρόμος εδώ πάνω, όταν έχεις περάσει στην πλάτη σου μια ζωή με τα μπλάρια (μουλάρια) και ποδαρόδρομο, έτσι ήταν το σωτήριο πράγμα για τον τόπο μας, και έγινε.
Ο δρόμος που έγινε απ’ εδώ παραποτάμια (Αγραφιώτης ποταμός) ήταν σωτήριος για το χωριό μας τα Επινιανά και έγινε με δαπάνη του Συλλόγου μας 5.000.000 δραχμές τότε και είναι εξ ολοκλήρου έργο του Συλλόγου. Ο τότε πρόεδρός του Γιώργος Κουτρουμάνος, λογιστής -πούχει το ωραίο σπίτι στην πέρα πλατεία – με τον Πάνο Αβράμπο, δικηγόρο, σύζυγο της Κυρίας Παρασκευής, ήταν στο προεδρείο, όπου μαζί με τα μέλη του Συλλόγου πήραν μια γενναία απόφαση. Θα φτιάξουμε εμείς τον δρόμο. Διότι όταν ζητάς από το Δασαρχείο να στον ανοίξει, όταν ζητάς από την Κοινότητα, τη Νομαρχία και δεν τον ανοίγει κανένας, δεν υπάρχει άλλη λύση. Είπαμε τέλος θα φέρουμε τον δρόμο μόνοι μας, πάει και τέλειωσε. Στοίχησε 5.000.000 δραχμές και το 1983 φέραμε τον δρόμο μέσα στο χωριό.
Όταν ανοίξαμε τον δρόμο από το ποτάμι της Στάνας (Ασπρορέματος) μέχρι εδώ πάνω στο χωριό (απόσταση 4 χιλ.), το γιορτάσαμε, κάναμε γλέντι. Στον Σύλλογο έχουμε και την αναμνηστική, ιστορική φωτογραφία. Ο Μπάμπης Αβράμπος ήταν φωτογράφος εκείνη την εποχή και το γεγονός αποθανατίστηκε όταν ο δρόμος έφτασε μέσα στο χωριό, ίσαμε κει που είναι το δημοτικό σχολείο. Την φωτογραφία την έχουμε βγάλει δίπλα στο δένδρο της καστανιάς με την μεγάλη κουφάλα, στη λάκα του Θόδωρου Αβράμπου, ιστορικές στιγμές για το χωριό.
Όταν πια είχε ανοιχτεί ο δρόμος, ανέλαβε τη συντήρηση η Νομαρχία, η Κοινότητα και το Δασαρχείο. Έφτασε πρώτα ο δρόμος για τις λίγες οικογένειες που ζούσαν εδώ, παράγκες, καμιά 25αριά νομάτοι. μετά ακολούθησε το ρεύμα και ο Κώστας Γαντζούδης που ανέβηκε πολλές φορές στο χωριό και δούλεψε σε δύσκολες συνθήκες. Έμενε στη παράγκα πέρα του Κώστα Αποστόλου, κάτω απ το σπίτι της κυρίας Παρασκευής. Μεγάλη απόφαση νάρθεις με γυναίκα και παιδί εδώ πάνω και να στεριώσεις. Μιλάμε για την εποχή που ο πατέρας του Βελισσάρης ήταν Γραμματέας της Κοινότητας και μετά από 2-3 χρόνια παραιτήθηκε ο πατέρας του και ανέλαβε ο Κώστας Γραμματέας της Κοινότητας
Ο χώρος των Αγράφων είναι και ο τελευταίος φυσικός παράδεισος της χώρας μας και η αυθεντικότητά του, διατηρήθηκε μέχρι τις μέρες μας. Μέσα στην άγνοια και την αδιαφορία των κρατούντων διασώθηκε το ωραιότερο κομμάτι της ορεινής Ελλάδας και χαρά σ’ όποιον μπόρεσε να το γευτεί.
Μέσα στο μαγαζάκι, συντροφιά με τους μικρούς που ρουφούσαν κάθε κίνησή μας και κατέγραφαν τα λόγια μας, εμείς πεισμωτικά γυρίζαμε πίσω τον χρόνο να μάθουμε απ’ τους ανθρώπους για τον τόπο, για τα παλιά, γι’ αυτά που άντεξαν τόσους αιώνες. Αυτός είναι και ο λόγος που έρχεσαι και ξανάρχεσαι στ’ Αγραφα. Εδώ βρίσκεις να δυναμώνεις, να ξαναγεννιέσαι, να πιάνεις το νήμα της ζωής απ’ την αρχή…. Αφήνεις και εδώ, όπως και σε κάθε μέρος, ένα κομμάτι του εαυτού σου, και το βλέπεις, καθώς ξαναγυρίζεις στο ανυπόμονο παρόν.
Ο χρόνος όμως δεν σταματά.
Εδώ, δεν τρέχουν αυτοκίνητα, αλλά τα πόδια καλούνται και πάλι να προχωρήσουν στα μονοπάτια που άντεξαν για χρόνια και που τώρα σιγά –σιγά σβήνουν.
Ο ήχος της χαρμανιέρας μας ξεγέλασε, γιατί πιστέψαμε προς στιγμή ότι θα ήταν απλό να βρεθεί κάποιο σύγχρονο μεταφορικό μέσο τώρα με τον καινούργιο δρόμο. Αυταπάτη. Για να βγούμε στο γεφύρι της Ανηφόρας οι άνθρωποι μας έλεγαν ότι θέλουμε δύο ώρες και φυσικά δεν θα τελειώναμε εκεί, είχαμε κι άλλο δρόμο…
Ευχαριστήσαμε για άλλη μια φορά τους ανθρώπους και ζαλωθήκαμε τα σακκίδια. Βγήκαμε στο προαύλιο και ο ήχος των εργασιών έγινε εντονότερος. Καθώς σφίξαμε τα χέρια με τον γραμματέα σκύβει και μου λέει στο αυτί:
– Όταν θα πάτε στην Αθήνα, να πας στη 3ης Σεπτεμβρίου, στο ξενοδοχείο «ΠΑΡΝΩΝ» και να πεις χαιρετίσματα στον ξάδελφό μου τον Κώστα που είναι εκεί, απ’ το χωριό μας… Θα χαρεί. Να του πεις ότι ήσασταν στο χωριό του….
Όση ώρα μου έλεγε το μήνυμα ο θόρυβος συνέχιζε. Κάποια στιγμή έκοψε και τότε απ’ το παράθυρο του πάνω σπιτιού, κάποιος μπάρμπας που επέβλεπε τα έργα, μου φώναξε να δώσω χαιρετίσματα στον δικό του ξάδερφο στην Αθήνα. Προφανώς θα είχε παρακολουθήσει όλη την σκηνή, θα είχε ακούσει τον γραμματέα να στέλνει χαιρετίσματα, έτσι συμπλήρωσε και αυτός στο ίδιο … γράμμα. Μια οικογένεια ήμασταν.
Κάναμε να φύγουμε αλλά είχαμε εγκλωβιστεί στο τσιμέντο. Κάναμε εδώ και εκεί, τίποτα. Πώς να ξεφύγουμε από τον πολιτισμό! Η χαρμανιέρα με το τεράστιο στόμα μάς ακολουθούσε και ξερνούσε ολόγυρα. Τα παιδιά από πίσω με τις τάβλες (σκυμμένοι στα χέρια και τις γαλότσες στα πόδια πάσχιζαν να στρώσουν το άμορφο υλικό και όλοι βιάζονταν να σκεπάσουν το χώμα και τα λιθάρια πριν τελειώσει το τσιμέντο. Μια εποχή παλιά έφευγε, μια νέα ερχόταν για τον Αγραφιώτικο χώρο….
Κάναμε κύκλο ανάμεσα σε κληματαριές και θάμνους, μέχρι να γυρίσουμε και να πιάσουμε το παλιό μονοπάτι που έφευγε στο πλάι της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου. Αν και κουρασμένοι, τούτη η επαφή με το παλιό, πρωτόγονο μονοπάτι μάς έκανε να δούμε την κούρασή μας με άλλο μάτι. Πεισμωτικά και με επίγνωση γι’ αυτό που κάναμε, ελάχιστος φόρος τιμής στα ιστορικά τούτα χώματα που πατούσαμε, άξιζε να βαδίσουμε όλη την στράτα με τα πόδια.
Αυτή η στράτα ήταν για αιώνες ο μοναδικός τρόπος επικοινωνίας. Πάνω της ήταν χαραγμένες όλες οι χαρές και οι λύπες των ανθρώπων. Για τον αγραφιώτη κάτοικο η στράτα υπήρξε τρόπος ζωής. Αυτή τον τροφοδότησε, αυτή τον άνδρωσε, τον ανέδειξε, πορεύτηκαν μαζί.
Ποιος ξέρει; Ίσως και να ήταν η τελευταία φορά που την πατούσαμε και εμείς. Η δημοσιά είχε κιόλας φτάσει..
Και όμως, από τότε, πήγαμε και ξαναπήγαμε όχι μια αλλά κάμποσες φορές στ Άγραφα και στα Επαινιανά και χαρήκαμε πούχε γίνει κι άσφαλτος, απ την Αγραφιώτικη ποταμιά μέχρι το χωριό…
Τάκης Ντάσιος, 1990
Παραπομπές
(1) «Η Φτέρη ή Πυραμίδα Αγράφων, ύψος 2.128 μ. βρίσκεται στο ΒΔ. τμήμα του νομού Ευρυτανίας και αποτελεί τμήμα του μεγάλου ορεινού συγκροτήματος των Αγράφων. Εκτός της ψηλής κορφής, έχουμε και τις κορφές Καλόγερος, ύψ. 1.716 μ., Λιάκουρα 2.043 μ., Κουρούνα (Κρούνα) 1.938 μ., Σφενδάμη 1.705 μ., Προφήτης Ηλίας 1.502 μ. και Φούρκα 1.570 μ.» (Νέζη Νίκου 1979:69)
Ανάβαση στην ψηλότερη κορφή μπορεί να γίνει από τον συνοικισμό της Βλαχοπούλας, υψ. 1.400 μ. μέσω του διάσελου της Πρατίνας
(2) Τα Επινιανά, οικισμός στις πλαγιές της κορφής Φτέρης Αγράφων, νομού Ευρυτανίας, στα ΒΔ. του Καρπενησίου, ύψ. 1050 μ. «Στα 1928 είχε 486 κατοίκους, 1940 > 350, 1951 > 213, 1961 > 168, 1971 > 169, 1981 > 51 1991 > 84.» (Σταματελάτου Μιχαήλ2012: τ. Α΄ σ.225). Στην Κοινότητα Επινιανών ανήκουν και οι συνοικισμοί: Φτέρη ή Πτέρη, Ανηφόρας (Τσίρτια), Ασπρόρρεμα, Απιδιά, Δρυσέλα, Σαμάρι, Στουρναράκι, Άγιοι Θόδωροι, Στάνα.
Σημείωση I: «Κατά τα προσωρινά αποτελέσματα της γενικής απογραφής του 1940, η Κοινότητα Επαινιανών του Τ. δήμου Αγράφων, στην απογραφή του 1928 είχε 486 κατοίκους και στα 1940 είχε 993 κατοίκους» (Γούλα Δημοσθένη1946: 23)
Σημείωση ΙΙ: «Στα Ευρυτανικά Άγραφα, στον Δήμο Αγράφων, η Κοινότητα Επινιανών ο πληθυσμός της στα 1900 είχε 540 κατοίκους και στα 1961 είχε 520 κατ.» (Τσιτσἀ Κ. Σεραφείμ1967: 24)
Γεωγραφικά-διοικητικά: Κατά την γεωγραφική, διοικητική και πληθυσμιακή εξέλιξη της Ελλάδας, κατά τους χρόνους της πρώτης βασιλείας, στη διοίκηση της Ευρυτανίας, έχουμε τον δήμο Αγραίων, ο οποίος περιλάμβανε τις κοινότητες: Άγραφα, Επαινιανά, Μοναστηράκι, Μυρύσι, Βραγκιανά, Βελισδόνι, Κύφου, Στύλου, Σύχνικον, Κεράσοβον, Μαραθιάς, Φραγγίστα, Βίνιανη, Έλσιανη, Χρύσου, Επισκοπή, Άγιος Γεώργιος, Παλαιοχώριον, Απηδιά, Βούλπη, Τατάρνα, Μετόχι, Χυτένα, Παλαιοκάτουνον.
Κατά τη διοικητική διαίρεση του κράτους συμφώνως τω Νόμω ΚΕ΄ της 5ηςΔεκεμβρίου 1845, στην Επαρχία Ευρυτανίας, ο Δήμος Αγραίων: Κεράσοβον, Μαραθιά, Βίνιανη, Χρύσου, Κουφάλα, Έλσιανη, Μύριον, Άγραφα, Τροβάτον, Βραγκιανά, Επαινιανά, Μοναστηράκι, Παλαιοκάτουνον, Βούλπη, Τατάρνα, Παλαιοχώρι, Άγιος Γεώργιος, Φραγκίστα, μοναί διατηρούμεναι Τατάρτης, Επισκοπής, μοναί διαλελυμέναι δύο του Σωτήρος, Παρκιού, Σάϊκας, Στάνας, Αγίου Ιωάννου, Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Κρείτι, Σύχνικον. (Χουλιαράκη Μιχαήλ1973: 114, 147)
Διαμονή – φαγητό
Το «Πανόραμα», 22370-94122, 6972330058 του Κώστα Γατζούδη. Παραδοσιακός ξενώνας, διαθέτει δέκα δωμάτια με τις κλασικές ανέσεις. Ο χώρος υποδοχής με το τζάκι, λειτουργεί και ως καφέ, πρωϊνό και εστιατόριο. Η θέα από μέσα και έξω πανοραμική γι αυτό και αποκαλείται το «μπαλκόνι των Αγράφων». Λειτουργεί όλο το χρόνο
Η «Ανατολή» 22370-95520, 6977353659 του Λευτέρη Αβράμπου, ταβέρνα με φαγητό της ώρας. Αρνιά και κρέατα Αγράφων
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Γούλα Γεωργ. Δημοσθένη1946: Η Ευρυτανία και τα προβλήματά της, Αθήνα
Νέζη Νίκου1979: Τα Ελληνικά βουνά, ορεογραφία, οδηγός, Αθήνα
Τσιτσά Κ. Σεραφείμ1981: Τα Άγραφα της Πίνδου (Θεσσαλικά και Ευρυτανικά Άγραφα) με ειδικό χάρτη των Αγράφων. Γεωγραφία, Ιστορία, Λαογραφία, Τουρισμός, Δάση, Ορεινή Οικονομία, 1η έκδοση 1967, επανέκδοση υπό του Συλλόγου των εν Λαρίση Καρδιτσιωτών «ο Καραϊσκάκης», Λάρισα
Μάλαμα Λάμπρου1971: Κατσαντώνης και κλεφτουριά (ιστορικό μυθιστόρημα (1770-1810), από τις μεγάλες εθνικές μορφές και τις αθάνατες εποποιίες του λαού μας, σειρά: Λαϊκή βιβλιοθήκη, Γιάννινα
Χουλιαράκη Μιχαήλ1973: Γεωγραφική, διοικητική και πληθυσμιακή εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-1971, τ. Α΄, εκδ. Εθνικόν Κέντρον Κοινωνικών Ερευνών
Στούμπου Κώστα1974: Άγραφα, μια χιλιόχρονη δημοκρατία, Αθήνα
Τσίπηρα Στεφ. Κώστα1993:Στα Ελληνικά βουνά (Β΄μέρος) 50 ακόμη πεζοπορικές και οικολογικές διαδρομές, κεφ. 20η διαδρομή: Λιθοχώρι –Φτέρη –Μοναστηράκι, σ. 87-88, εκδ. Νέα Σύνορα Α.Α. Λιβάνη
Ψημμένου Τάκη1985: Αντάρτες στ΄ Άγραφα (1946-1950), αναμνήσεις ενός αντάρτη, δεύτερη έκδοση, εκδ. «Σύγχρονη εποχή», Αθήνα
Χρυσικού Κ. Γεωργίου1986: Το χωριό μου Μοναστηράκι Αγράφων Ευρυτανίας, Αθήναι
Σταμέλου Δημήτρη1988: Κατσαντώνης, η αποθέωση της παλικαριάς
Ντάσιου Τάκη1999: Στ΄ Άγραφα, εκδ. Μίλητος, Αθήνα
Χάρτης Άγραφα2004, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης, κλίμακας 1: 50.000, σειρά: Κεντρική Ελλάδα, Πίνδος, εκδ. ΑΝΑΒΑΣΗ
Γαλάνη Λάμπρου(Επιμ.): Στον άγνωστο κόσμο των Αγράφων, από τη λίμνη Πλαστήρα μέχρι το Ανθηρό και από τη Νιάλα μέχρι τον Αχελώο, στην εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, τεύχος 5,
Σωτηράκη Δημήτρη-Συκά Βασίλη: «Άγραφα… το βασίλειο των βουνών», στη σειρά Περιηγήσεις με την ΗΜΕΡΗΣΙΑ, τεύχος 76,
Μπουμπουρή Κώστα2002: Κατσαντώνης, (εποποιία και θρύλος)
Προβόπουλου Γ. Ηλία (Επιμ.)2005: Ευρυτανία-΄Αγραφα, Οδηγός για τον επισκέπτη του Δήμου Αγράφων, οδοιπορικό στα βουνά του Κατσαντώνη, στον ποταμό Αγραφιώτη και στα χωριά του Δήμου Αγρἀφων, ενημερωτική έκδοση του Δήμου Αγράφων
Ντρενογιάννη Γιάννη(Επιμ.)2007: Στερεά Ελλάδα Καρπενήσι-Ᾱράχοβα, Άγραφα, Παρνασσός, Φωκίδα, με αυτοκίνητο, με τα πόδια, με 4Χ4 και μοτοσυκλέτα, χωρίς μυστικά, σειρά Ανακαλύψτε την Ελλάδα, τ. 9, ΝΕΑ
Ευρυτανία2009, περιηγητικός χάρτης, 1: 110.000 κλίμακας, εκδ. ΕΟΤ, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση.Ευρυτανίας
Ντρενογιάννη Γιάννη(Επιμ.)2009: Στερεά Ελλάδα, Καρπενήσι – Άγραφα (Αξιοθέατα, διαδρομές, μονοπάτια, περιήγηση, 4Χ4, σειρά: Εξερευνήστε την Ελλάδα, εκδ. ΕΘΝΟΣ
Σινάνη Άγγελου2009: «Άγραφα, μια ανάσα μακριά απ τον Θεό» στο Στερεά Ελλάδα Καρπενήσι – Άγραφα, σειρά Εξερευνήστε την Ελλάδα, εκδ. ΕΘΝΟΣ
Αλεξάκη Π. Ελευθέριου2010: Ορεινή Στερεά Ελλάδα, Εθνογραφικό ημερολόγιο (1984-1991), κεφ. ταξίδι 3ο, 2-30 Ιουλίου 1985, νομός Ευρυτανίας, εκδ. Δωδώνη
Γιαννίτσαρη Κων. Γεωργίου2010: Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Ευρυτανίας, Αθήνα
Χάρτης Βόρεια Άγραφα λίμνη Πλαστήρα2009: περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης, κλίμακας 1: 50.000 σειρά: Θεσσαλία, εκδ. ΑΝΑΒΑΣΗ
Σταματελάτου Μιχαήλ, Σταματελάτου-Βάμβα Φωτεινή2012: Γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδας, τ. Α΄, εκδ. Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη., ΤΑ ΝΕΑ
Καραγεώργου Κ. Γεωργίου2015: Τα Άγραφα, η ιστορία τους (1430-1830) μέσα από την παράδοση και τις παντός είδους μαρτυρίες στις εκκλησίες, στα μοναστήρια και το δημοτικό τραγούδι. Οι κλέφτες και οι αρματολοί. Αντιπροσωπευτικές εικόνες από την κοινωνική και ιδιωτική ζωή. Οι αρετές των κατοίκων, Αθήνα
Ζαρκαδούλα Κ. Λάμπρου2015: Κωνσταντίνος Ζαρκαδούλας, ο ανθρωπιστής γιατρός των Αγράφων, Αθήνα
Εφημερίς ΕΠΑΙΝΙΑΝΩΝ ΛΟΓΟΣ, από το μπαλκόνι των Αγράφων, (Ασπρόρεμα, Φτέρη, Απιδιά, Ανηφόρα, Σαμάρι, Μέρσια, Εκκλησιές, Δροσέλα) του Συλλόγου Επινιανιτών Αγράφων Ευρυτανίας. www:epinianonlogos@gmail.com
Advertisements
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Σχολίασε το άρθρο